Πώς το κράτος δημιουργεί μετανάστες από τους περισσότερους πρόσφυγες / Wie der Staat aus den meisten Flüchtlingen Einwanderer macht

ΜΥΘΟΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΤΗΤΑ

Η ΒΑΜF (Bundesamt für Migration und Flüchtlinge - Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες) ελέγχει σπάνια αν οι αναγνωρισμένοι ως πρόσφυγες έχουν ανάγκη προστασίας.


Όποιος αναγνωρίζεται μία φορά ως πρόσφυγας στη Γερμανία, παραμένει στη χώρα συνήθως για πάντα.

Του Marcel Leubecher
Πηγή: Ν24


Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες πρέπει να εξετάσει το αργότερο μετά από τρία χρόνια, αν ο λόγος φυγής εξακολουθεί να υφίσταται. Αν δεν συμβεί αυτό, ο πρόσφυγας αποκτά μετά την προθεσμία των τριών ετών μία έννομη αξίωση σε επ' αόριστον διαμονή στη χώρα.
  
Προφανώς το κράτος το είχε σκεφτεί κάποτε ως εξής: οι πρόσφυγες θα γίνονταν δεκτοί, ανεξαρτήτως πόσοι είναι. Εφόσον ο πόλεμος στην πατρίδα έχει τελειώσει ή οι διώκτες έχουν χάσει την εξουσία τους, εκλείπει ο λόγος φυγής - και μαζί με αυτόν το δικαίωμα να ζουν στη Γερμανία. Κατά κανόνα οφείλουν τότε  οι πρώην πρόσφυγες να επιστρέψουν στην πατρίδα τους - και προκειμένου να απελευθερωθούν εκ νέου υποδομές για νέους ανθρώπους, οι οποίοι  πρέπει να μπορούν να αναζητούν και να βρίσκουν για μερικά χρόνια προστασία από τον πόλεμο και τις διώξεις στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία. 

Η πράξη δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από αυτό το βασικό σκεπτικό: Οποιος αναγνωρίζεται μία φορά ως πρόσφυγας στη Γερμανία παραμένει συνήθως για πάντα. Διότι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες (BAMF) πρέπει το αργότερο σε τρία χρόνια να έχει ελέγξει αν ο λόγος φυγής εξακολουθεί να υφίσταται - και ενδεχομένως να ανακαλέσει την αναγνώριση. 

Αν αυτό δεν συμβεί, αποκτά ο πρόσφυγας μετά από αυτή τη τριετή προθεσμία μία έννομη αξίωση για επ΄αόριστον παραμονή, την αποκαλούμενη άδεια εγκατάστασης. Οι γλωσσικά και οικονομικά καλώς ενταγμένοι μπορούν να την αξιώσουν άμεσα, οι λιγότερο καλά ενταγμένοι μέτα από άλλα δύο χρόνια - υπό την προυπόθεση, ότι δεν έχουν καταδικαστεί για αδίκημα ή δεν είναι εξαρτημένοι σε μέγάλο βαθμό από (κρατικές) κοινωνικές παροχές.

 Διακόσιες έξι ανακλήσεις και ακυρώσεις μέχρι τώρα στο έτος 2017

Αυτή η διαδικασία, η οποία δημιουργεί μόνιμους μετανάστες από πρόσφυγες δεκτούς υπό προθεσμία, μπορεί - όπως ήδη επισημαίνεται παραπάνω - να διακοπεί από κρατικής πλευράς μόνον τότε, όταν το καθεστώς προστασίας ανακληθεί εντός της προθεσμίας των τριών ετών μετά την αναγνώριση καθεστώτος πρόσφυγα (ενδεχομένως γιατί η πολιτική κατάσταση στην χώρα προέλευσης έχει μεταβληθεί) ή να ακυρωθεί (εφόσον π.χ. ο κίνδυνος δίωξης είχε εξαρχής αναγνωρισθεί με απατηλά μέσα).
  
Τέτοιες ανακλήσεις και ακυρώσεις ωστόσο έχουν επισυμβεί μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου αυτού του χρόνου μόνο 206 φορές, όπως προκύπτει από τη στατιστική παροχής ασύλου της BAMF. Στο ίδιο χρονικό διάστημα απέκτησαν 107.000 εισερχόμενοι στη χώρα την πλήρη προστασία πρόσφυγα, περιλαμβανομένου του ασύλου. Συνολικά ζούν σύμφωνα με το κεντρικό μητρώο αλλοδαπών περίπου 600.000 αναγνωρισμένοι πρόσφυγες ( Συνθήκη Γενεύης και άσυλο) στη χώρα. Το γεγονός ότι μεταξύ των πολλών διαβιούντων εδώ προσφύγων μόνο ελάχιστοι έχασαν το καθεστώς προστασίας τους δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι πόλεμοι και οι καταστάσεις καταδίωξης διαρκούν περισσότερο από τρία χρόνια.

Αλλά και στο γεγονός ότι η BAMF σπανίως ελέγχει εξατομικευμένα το καθεστώς πρόσφυγα μετά την εκπνοή της προθεσμίας. Αν και ζουν στη χώρα περισσότεροι πρόσφυγες και δικαιούμενοι προστασίας παρά ποτέ, εξετάστηκαν στο τρέχον έτος μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου σύμφωνα με την BAMF μόνο 1552 περιπτώσεις. Οι περισσότερες αποφάσεις έκριναν υπέρ του δικαιουμένου προστασίας. Μόνο 317 φορές απωλέστηκε το καθεστώς προστασίας - μεταξύ αυτών 206 φορές το καθεστώς προστασίας πρόσφυγα, όπως περιγράφεται νωρίτερα. Οι υπόλοιπες περιπτώσεις αφορούσαν την προστασία σε διαδικασίες απέλασης ή επικουρικής διεθνούς προστασίας.

Εμφανώς περισσότερες ανακλήσεις μέχρι το 2015

Και κατά το προηγούμενο έτος οι περιπτώσεις εξέτασης κινούνταν σε αυτό το χαμηλό επίπεδο: 240 φορές αφαιρέθηκε το καθεστώς προστασίας πρόσφυγα, ενώ κατά τα προηγούμενα χρόνια, παρά τους πολύ μικρότερους αριθμούς προσφύγων, αυτό συνέβαινε πολύ συχνότερα.

Όμως γιατί πραγματοποιούν οι υπηρεσίες τόσο σπάνια τους ελέγχους; Εν μέσω της μεταναστευτικής κρίσης, τον Αύγουστο του 2015, και ενώ η BAMF είχε ήδη από καιρό εξαιρετικά επιβαρυνθεί, έλαβε χώρα μία αλλαγή, την οποία η υπηρεσία περιέγραψε ως εξής σε μία ανακοίνωσή της προς τον Τύπο: "Καλά νέα για τους πρόσφυγες και την BAMF: Μειώνονται εμφανώς οι δαπάνες της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για τους ελέγχους ανακλήσεων. Ο λόγος γι' αυτό είναι μία νέα νομική ρύθμιση."

Μέχρι τότε η BAMF "όφειλε εξαιτίας σχετικού νομικού καθήκοντος να ελέγχει τους πρόσφυγες και τους δικαιούχους ασύλου, για κάθε μεμονωμένη περίπτωση και έπειτα από τρία χρόνια, ως προς το αν είναι αναγκαία περαιτέρω προστασία στη Γερμανία ή αν οι συνθήκες στις χώρες προέλευσης έχουν μόνιμα μεταβληθεί και γι' αυτό έχουν εκλείψει οι λόγοι προστασίας. 

Αν η "προστασία δεν ανεκαλείτο από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία, αποκτούσε ο πρόσφυγας από τις υπηρεσίες αλλοδαπών μία άδεια εγκατάστασης επ' αόριστον." Το νομικό καθεστώς "μεταβλήθηκε με τον νόμο για την νέα ρύθμιση του δικαίου διαμονής και της διακοπής της παραμονής, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2015."

Σύμφωνα με αυτόν, "μπορεί η υπηρεσία αλλοδαπών να απονέμει την άδεια εγκατάστασης, αν η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία δεν κρίνει σε εξαιρετικές περιπτώσεις ότι εκπληρούνται οι προϋποθέσεις για την ανάκληση του καθεστώτος προστασίας."

Έτσι εξέλιπε, "σε μία πλειονότητα διαδικασιών η μέχρι τότε υποχρεωτική δαπανηρή δημιουργία και διεύθυνση ειδικών πράξεων ελέγχου ανακλήσεων" και η συνδεδεμένη με αυτήν αλληλογραφία με τις υπηρεσίες αλλοδαπών. Ο τότε πρόεδρος της BAMF Μάνφρεντ Σμιντ χαιρέτισε τη νέα νομική ρύθμιση: "Αυτό συνεπάγεται τόσο για τους πρόσφυγες όσο και για την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία στην παρούσα κατάσταση μία ουσιώδη ελάφρυνση".

"Έτσι μετατρέπουμε το δίκαιο του Ασύλου σε υποκατάστατο του μεταναστευτικού δικαίου"


Για τον υπεύθυνο εσωτερικής πολιτικής της CDU (Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης) Άρμιν Σούστερ αποτελεί η τότε απόφαση ένα λάθος. "Όταν η BAΜF ελέγχει μόνον σπάνια, αν ένας πρόσφυγας χρειάζεται οποιαδήποτε προστασία, και εμείς του παρέχουμε μετά από τρία χρόνια μία έννομη αξίωση για άδεια παραμονής επ' αόριστον, μετατρέπουμε το δίκαιο του ασύλου σε υποκατάστατο του μεταναστευτικού δικαίου", λέει ο Σούστερ στην Welt. "Στον επόμενο κυβερνητικό συνασπισμό πρέπει να το αλλάξουμε, ώστε άδεια παραμονής επ' αόριστον να επιτρέπεται να απονέμεται μόνο μετά από έξι χρόνια, και αφού προηγουμένως η BAMF υποχρεωτικά θα οφείλει να έχει ελέγξει, αν ο λόγος φυγής εξακολουθεί να υφίσταται."

Αυτή η εξέταση δεν θα πρέπει να λαμβάνει χώρα μόνο στο τέλος του αποφασιστικού χρονικού διαστήματος. Η BAMF θα έχει το καθήκον, σύμφωνα με τον ίδιο, να απονέμει τον τίτλο του πρόσφυγα, επίσης όμως και να τον αφαιρεί όταν η απειλή στην πατρίδα του δεν υφίσταται πλέον. Αυτόν τον δεύτερο πυρήνα καθηκόντων οφείλει η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία να τον εκπληρώνει με πιο σθεναρό τρόπο", δηλώνει ο επικεφαλής της CDU στην Επιτροπή των Εσωτερικών.

Μία πρώτη κίνηση σχετικά με τους ελέγχους εκδηλώθηκε στην περίπτωση του υπόπτου για τρομοκρατία Franco A. Το γεγονός ότι στους επιβαρυνμένους υπάλληλους της ΒΑΜF κατάφερε να δημιουργήσει ένας Γερμανός στρατιώτης χωρίς γνώσεις αραβικών την απατηλή πεποίθηση ότι είναι ένας εκδιωγμένος από τον συριακό εμφύλιο πόλεμο γιος αγρότη από τα περίχωρα του Χαλεπιού και κατ' αυτόν τον τρόπο να κερδίσει επικουρική διεθνή προστασία στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία, επιτρέπει να αυξάνονται οι αμφιβολίες για το κύρος των αποφάσεων περί ασύλου.

Τον Μάιο ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεϊζιέρ (CDU) αποφάσισε ότι θα πρέπει να ξεκινήσουν ήδη από φέτος 80.000 με 100.000 διαδικασίες ελέγχου ανακλήσεων για νέους άνδρες από την Συρία, το Ιράκ και τις υπόλοιπες σημαντικότερες χώρες προέλευσης. Οι έλεγχοι θα αφορούν και εκείνα τα πρόσωπα, των οποίων οι διαδικασίες εξελίχθηκαν αποκλειστικά γραπτώς, και οι οποίοι μονάχα με τη συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου απέκτησαν το καθεστώς προστασίας πρόσφυγα σύμφωνα με την Συνθήκη της Γενεύης. 

Σύμφωνα με την BAMF η εξέταση αυτών των έως και 100.000 περιπτώσεων έχει σχεδιαστεί ως ακολούθως: "Οι αποφάσεις ασύλου του έτους 2014 εξετάζονται κανονικά φέτος. Για τις διαδικασίες των ετών 2015 και 2016 η εξέταση θα επισπευστεί", δήλωσε μία εκπρόσωπος στη Welt. Θα εξετάζεται η κατάσταση και επελθούσες μεταβολές στις χώρες προέλευσης. Επιπλέον, αν υφίστανται ανωμαλίες στην διαδικασία, όπως πληροφορίες για τρομοκρατικό υπόβαθρο ή αξιόποινες πράξεις ή ενδείξεις για απάτη σχετικά με την ταυτότητα ή την ιθαγένεια.

H ΒΑΜF δήλωσε στην Welt: "Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία εξετάζει ενδελεχώς, αν υφίστανται οι προϋποθέσεις για την ανάκληση του καθεστώτος προστασίας. Μετά την έναρξη της διαδικασίας ανάκλησης πρέπει να δίδεται στον ενδιαφερόμενο η δυνατότητα να λάβει θέση επί της υπόθεσης - είτε αυτοπροσώπως σε μία νέα συνέντευξη, είτε γραπτώς. Αμέσως μετά λαμβάνεται απόφαση στα πλαίσια της διαδικασίας ανάκλησης."

Η ανάκληση της ιδιότητας του πρόσφυγα δεν επιφέρει αναγκαστικά την επιστροφή του πλέον πρώην πρόσφυγα στην πατρίδα του. Ακόμα και όταν αποσύρεται η αναγνώριση από την BAMF, παραμένουν συχνά τα πρόσωπα που αφορά στην χώρα. Στο τέλος Ιουνίου ήταν αποθηκευμένα στο κεντρικό μητρώο αλλοδαπών 20.484 άτομα, των οποίων η αναγνώριση προστασίας είχε κάποια στιγμή ανακληθεί. Σχεδόν όλοι τους ζουν περισσότερα από έξι χρόνια στην χώρα. Το 17% εκείνων έχουν στο μεταξύ αποκτήσει δικαιώματα προσωρινής διαμονής, το 79% δικαιώματα επ' αόριστον διαμονής.


(Die Welt, 27.10.2017)

Πηγή: https://www.welt.de/politik/deutschland/article170082939/Wie-der-Staat-aus-den-meisten-Fluechtlingen-Einwanderer-macht.html?wtrid=socialmedia.socialflow....socialflow_facebook

***************

Wie der Staat aus den meisten Flüchtlingen Einwanderer macht 

MYTHOS BEFRISTUNG



BAMF überprüft selten, ob anerkannte Flüchtlinge Schutz benötigen


Wer in Deutschland einmal als Flüchtling anerkannt wurde, bleibt meist für immer.
Das Bundesamt für Migration und Flüchtlinge muss spätestens nach drei Jahren prüfen, ob der Fluchtgrund noch besteht. Geschieht das nicht, erhält der Flüchtling nach der Dreijahresfrist einen Rechtsanspruch auf unbefristeten Aufenthalt.

Εigentlich hat der Staat sich das einmal so gedacht: Flüchtlinge werden aufgenommen, egal wie viele es sind. Sobald der Krieg in der Heimat beendet ist oder die Verfolger ihre Macht verloren haben, entfällt der Fluchtgrund und damit auch das Recht, in Deutschland zu leben. In der Regel sollen die ehemaligen Flüchtlinge dann heimkehren auch um wieder Kapazitäten frei zu bekommen für neue Menschen, die für einige Jahre Schutz vor Krieg und Verfolgung in der Bundesrepublik suchen und finden sollen.

Die Praxis könnte kaum weiter von diesem Grundgedanken abweichen: Wer in Deutschland einmal als Flüchtling anerkannt wurde, der bleibt meist für immer. Denn das Bundesamt für Migration und Flüchtlinge (BAMF) muss spätestens nach drei Jahren geprüft haben, ob der Fluchtgrund noch besteht und gegebenenfalls die Anerkennung zurücknehmen.

Wenn das nicht geschieht, erhält der Flüchtling nach dieser Dreijahresfrist einen Rechtsanspruch auf den unbefristeten Aufenthalt, die sogenannte Niederlassungserlaubnis. Sprachlich und wirtschaftlich gut Integrierte können ihn direkt in Anspruch nehmen, weniger gut Integrierte nach weiteren zwei Jahren vorausgesetzt, sie sind nicht wegen einer Straftat verurteilt oder überwiegend von Transferleistungen abhängig.


206 Rücknahmen und Widerrufe bislang im Jahr 2017

Dieser Ablauf, der aus befristet aufgenommenen Flüchtlingen dauerhafte Einwanderer macht, kann wie oben schon angedeutet von staatlicher Seite nur unterbrochen werden, wenn der Schutzstatus innerhalb der Frist von drei Jahren nach der Flüchtlingsanerkennung zurückgenommen (etwa weil sich die politische Lage im Herkunftsland verändert) oder widerrufen wird (etwa weil die Verfolgungsgefahr von Anfang an vorgetäuscht wurde).

Solche Rücknahmen und Widerrufe sind aber in diesem Jahr bis Ende September nur 206 Mal erfolgt, wie aus der Asylgeschäftsstatistik des BAMF hervorgeht. Im selben Zeitraum erhielten 107.000 Zuwanderer den vollen Flüchtlingsschutz inklusive Asyl. Insgesamt leben laut Ausländerzentralregister rund 600.000 anerkannte Flüchtlinge (Genfer Konvention und Asyl) im Land. Dass unter den vielen hier lebenden Flüchtlingen nur verschwindend wenige wieder ihren Schutzstatus verlieren, liegt nicht nur daran, dass in den meisten Fällen Kriege und Verfolgungssituationen länger als drei Jahre andauern.

Sondern auch daran, dass das BAMF den Status nach Ablauf der Frist nur selten individuell überprüft. Obwohl mehr Flüchtlinge und andere Schutzberechtigte im Land leben denn je, wurden im laufenden Jahr bis Ende September laut BAMF nur 1552 Prüffälle entschieden. Die meisten Entscheidungen gingen zugunsten der Schutzberechtigten aus. Nur 317 Mal wurde der Schutzstatus entzogen darunter 206 Mal der Flüchtlingsschutz, wie oben beschrieben. Die übrigen Fälle betrafen den Abschiebe- oder Subsidiärschutz.


Bis 2015 deutlich mehr Rücknahmen des Flüchtlingsstatus

Auch im vergangenen Jahr lagen die Prüffälle auf diesem niedrigen Niveau: 240 Mal wurde ein Flüchtlingsstatus entzogen, während es in früheren Jahren trotz der viel geringeren Flüchtlingszahlen häufiger der Fall gewesen war.

Doch warum prüfen die Behörden nur so selten? Mitten in der Migrationskrise, im August 2015, längst war das BAMF heftig überlastet, gab es eine Veränderung, die das Amt in einer Pressemeldung so überschrieb: „Gute Nachrichten für Flüchtlinge und das BAMF: Für das Bundesamt verringert sich der Aufwand für die Widerrufsprüfungen deutlich. Grund dafür ist eine neue Rechtslage.“

Bislang habe „das BAMF aufgrund rechtlicher Vorgaben bei Asylberechtigten und Flüchtlingen in jedem Einzelfall nach drei Jahren überprüfen“ müssen, „ob weiterhin Schutz in Deutschland notwendig ist oder ob sich die Verhältnisse im Heimatland dauerhaft geändert haben und damit die Schutzgründe weggefallen“ seien.

Wenn der „Schutz vom Bundesamt nicht widerrufen“ werde, erhalte „der Flüchtling von der Ausländerbehörde eine unbefristete Niederlassungserlaubnis“. Die Rechtslage habe sich „durch das Gesetz zur Neubestimmung des Bleiberechts und der Aufenthaltsbeendigung, das zum 1. August 2015 in Kraft tritt, geändert“.

Danach könne „die Ausländerbehörde nach drei Jahren die Niederlassungserlaubnis erteilen, wenn nicht das Bundesamt im Ausnahmefall“ mitteile, dass die Voraussetzungen für die Rücknahme des Schutzstatus vorliegen.

So entfalle „in einer Vielzahl von Verfahren die bisher erforderliche aufwändige Anlage und Führung spezieller Widerrufsprüfakten“ und die damit einhergehende Korrespondenz mit den Ausländerbehörden. Der damalige BAMF-Präsident, Manfred Schmidt, begrüßte die neue Rechtslage: „Dies bedeutet sowohl für die Flüchtlinge als auch für das Bundesamt in der jetzigen Situation eine wesentliche Entlastung.“


„So machen wir Asylrecht zu Ersatzeinwanderungsrecht“

Für CDU-Innenpolitiker Armin Schuster ist die damalige Entscheidung ein Fehler: „Wenn das BAMF nur selten prüft, ob ein Flüchtling überhaupt noch Schutz benötigt, und wir ihm schon nach drei Jahren einen Rechtsanspruch auf eine unbefristete Aufenthaltserlaubnis gewähren, machen wir das Asylrecht zum Ersatzeinwanderungsrecht“, sagte Schuster der WELT. „In der nächsten Regierungskoalition müssen wir das ändern, indem unbefristete Aufenthaltserlaubnisse erst nach sechs Jahren erteilt werden dürfen und das BAMF zuvor zwingend geprüft haben muss, ob der Fluchtgrund noch fortbesteht.“

Diese Prüfung sollte nicht nur gegen Ende des Entscheidungszeitraums erfolgen: Das BAMF habe die Aufgabe, „Flüchtlingstitel zu erteilen, allerdings auch, diese zu entziehen, wenn die Bedrohung in der Heimat weggefallen ist. Dieser zweiten Kernaufgabe sollte das Bundesamt wieder stärker nachkommen können“, sagt der CDU-Obmann im Innenausschuss.

Eine erste Bewegung bezüglich der Überprüfungen ergab sich nach dem Fall des Terrorverdächtigen Franco A. Dass den überlasteten BAMF- Angestellten sogar ein deutscher Soldat ohne Arabischkenntnisse weismachen konnte, ein vom syrischen Bürgerkrieg vertriebener Bauernsohn aus der Nähe von Aleppo zu sein und deshalb in der Bundesrepublik subsidiären Schutz zu verdienen, ließen die Zweifel an der Aussagekraft der Asylentscheidungen wachsen.

Im Mai entschied Bundesinnenminister Thomas de Maizière (CDU), dass 80.000 bis 100.000 Widerrufsprüfungen für junge Männer aus Syrien, Irak und den weiteren wichtigsten Hauptherkunftsländern noch in diesem Jahr begonnen werden sollten. Betroffen sind auch jene Personen, deren Verfahren nur schriftlich abgewickelt wurden und die nur durch das Ausfüllen eines Fragebogens den Flüchtlingsschutz nach der Genfer
Konvention erhielten.

Laut BAMF ist die Überprüfung dieser bis zu 100.000 Fälle wie folgt geplant: „Die Asylentscheidungen aus dem Jahr 2014 werden regulär in diesem Jahr überprüft. Für Verfahren aus den Jahren 2015 und 2016 wird die Überprüfung vorgezogen“, teilte eine Sprecherin der WELT mit.

Geprüft würden die Lage und eventuelle Veränderungen im Herkunftsland; weiterhin, ob Auffälligkeiten in den Verfahren vorliegen, etwa Hinweise auf einen terroristischen Hintergrund oder Straftaten oder Anhaltspunkte für eine Täuschung über die Identität oder Staatsangehörigkeit.

Das BAMF teilte der WELT mit: „Das Bundesamt prüft sehr sorgfältig, ob die Voraussetzungen für einen Widerruf des Schutzstatus vorliegen. Nach Einleitung des Widerrufsverfahrens muss den Antragstellern die Möglichkeit zur Stellungnahme gegeben werden entweder persönlich in einer neuen Anhörung oder schriftlich. Erst danach wird eine Entscheidung im Widerrufsverfahren getroffen werden.“

Der Widerruf der Flüchtlingseigenschaft zieht übrigens nicht zwangsläufig die Rückkehr des dann ehemaligen Flüchtlings in die Heimat nach sich. Auch wenn die Anerkennung vom BAMF aberkannt wird, bleiben die Betroffenen oft im Land. Ende Juni waren im Ausländerzentralregister 20.484 Personen gespeichert, deren Schutzanerkennung irgendwann einmal widerrufen wurde. Fast alle leben demnach bereits länger als sechs Jahre im Land. 17 Prozent von ihnen haben inzwischen befristete, 79 Prozent unbefristete Aufenthaltsrechte.

Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:

Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.

κανένα σχόλιο

Leave a Reply