Η Οικονομία και η Κοινωνία όμηρος στα χέρια του Τραπεζικού Συστήματος.

Στο προηγούμενο άρθρο μου ανέφερα συνοπτικά πως το χρηματοοικονομικό μας σύστημα στηρίζεται στον «πολλαπλασιαστή χρήματος», δηλαδή στη δυνατότητα των Τραπεζών να δημιουργούν χρήμα από το μηδέν, μέσω της πίστωσης. Ενώ, δηλαδή, νομίζουμε ότι οι τράπεζες μας δανείζουν πραγματικό χρήμα στην πραγματικότητα αυτό που ο δανειολήπτης αποκτά είναι η αξίωση να αναλάβει το ποσό της πίστωσης και να το διαθέσει, ανάλογα με το σκοπό του δανείου. Οι τράπεζες όμως κατορθώνουν να αποκρύψουν από τον κοινό νου ότι το ποσό του δανείου είναι απλώς μια λογιστική εγγραφή που υλοποιείται –έτσι απλά- με το άνοιγμα ενός λογαριασμού στο όνομα του οφειλέτη.
Και αυτό το πετυχαίνουν, διότι απλούστατα κανείς από μας δε συνηθίζει να πηγαίνει στην τράπεζα με μια βαλίτσα για να αναλάβει κάποιο μεγάλο ποσό χαρτονομισμάτων, αλλά αντιθέτως προτιμά για λόγους ασφαλείας να χρησιμοποιεί δίγραμμες επιταγές ή απλώς, την ηλεκτρονική μεταφορά των ποσών από τον ένα λογαριασμό στον άλλο. Και ακριβώς, επειδή εκλαμβάνουμε τις άμεσα ρευστοποιήσιμες αξιώσεις μας έναντι των τραπεζών (σε επιταγές, λογαριασμούς όψεως κλπ) ως πραγματικό χρήμα, θεωρούμε αντίστοιχα τις πρακτικές λογιστικής μεταφοράς αξιών εγγεγραμμένων στους τραπεζικούς μας λογαριασμούς ως απολύτως ισοδύναμες με τη μεταφορά πραγματικού χρήματος.

Αυτές οι λογιστικές εγγραφές και μεταφορές, θα είχαν αντιστοιχία με το πραγματικό χρήμα που εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα, αν δεν είχε επιτραπεί –με νομοθετική παρέμβαση- η δυνατότητα των τραπεζών να διατηρούν στα ταμεία τους ή σε λογαριασμούς τους στην Κεντρική Τράπεζα ένα μόνο κλάσμα του ποσού που απαιτείται για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους έναντι κυρίως των καταθετών τους.

Έτσι, η βεβαιότητα για τις «άμεσα ρευστοποιήσιμες» αξιώσεις μας έναντι των τραπεζών θα κλονιζόταν αν ρίχναμε μια ματιά στα στοιχεία και πληροφορίες που δημοσιεύουν οι τράπεζες κατά καιρούς στις εφημερίδες. Για παράδειγμα, για την περίοδο του πρώτου εξαμήνου του 2010 η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε ότι στο Ταμείο και στην Κεντρική Τράπεζα είχε διαθέσιμο ποσό ύψους 2,34 δις ευρώ. Την ίδια στιγμή, η υποχρεώσεις της προς τους πελάτες της ανέρχονταν στο ποσό των 29,16 δις ευρώ. Αντίστοιχα, οι ασφαλείς απαιτήσεις της κατά των δανειοληπτών της ανέρχονταν στο ποσό των 38,48 δις ευρώ. Τα ίδια περίπου νούμερα συναντώνται σε όλες τις νομίμως λειτουργούσες τράπεζες στην Ελλάδα (και του εξωτερικού).

Παρακάμπτοντας, τη σύνθετη και δυσνόητη καταγραφή των λογιστικών καταστάσεων, με μια χονδροειδή γενίκευση εστιάζω στα δύο βασικά μεγέθη που δείχνουν το εγγενές πρόβλημα του συστήματος αυτού: Στην σαφή αναντιστοιχία μεταξύ καταθέσεων (στο παράδειγμα μας 29 δις περίπου) και των απαιτήσεων από δάνεια (38 δις περίπου).  Ακόμη, δηλαδή και αν δεχτούμε ότι ουδέποτε οι καταθέτες δεν θα ζητήσουν τα χρήματα τους από τις τράπεζες και θα συνεχίζουν να εκλαμβάνουν τις απαιτήσεις τους προς τις τράπεζες σαν πραγματικό χρήμα, αυτό το «χρήμα» δεν θα επαρκέσει για την αποπληρωμή των δανείων προς αυτές. Οι τράπεζες δηλαδή, παράγοντας χρήμα από το μηδέν, παράγουν από το μηδέν και την μελλοντική κερδοφορία τους, που συνίσταται στην είσπραξη των τόκων από τα δάνεια που χορηγούν.

Αν λοιπόν, όλοι οι ιδιοκτήτες των τραπεζών τρελαινόταν (;) και αποφάσιζαν ταυτόχρονα να παγώσουν τις χορηγήσεις νέων δανείων, τότε απλούστατα ολόκληρο το χρήμα της οικονομίας δεν θα επαρκούσε για την αποπληρωμή των παλαιών δανείων. Τα χρήματα των καταθέσεων θα μεταφέρονταν μέσω των οικονομικών συναλλαγών, αργά ή γρήγορα στους λογαριασμούς των οφειλετών (αφού όλοι θα μετατρεπόταν σε οφειλέτες, λόγω ελλείψεως χρήματος στην αγορά) και τελικά στις τσέπες των τραπεζιτών. Όσο για τα 9 δις (θυμηθείτε: 38δις μείον 29δις), που στο παράδειγμα μας λείπουν από την οικονομία για την αποπληρωμή των τόκων των δανείων μίας τράπεζας, θα εισπραχθούν νόμιμα «σε είδος» από αυτήν με δικαστικές αποφάσεις μέσω των κατασχέσεων.

Που καταλήγουμε στο ακραίο παράδειγμα μας: Με ίδια κεφάλαια (κυρίως το κατατεθειμένο μετοχικό κεφάλαιο) που δεν υπερβαίνουν το 9-10% των υποχρεώσεων της και με ακόμη λιγότερα ρευστά διαθέσιμα, η τράπεζα (ο Τραπεζίτης δηλαδή) μπορεί με ένα παιχνίδι ελάττωσης της ρευστότητας στην αγορά –με την άρνηση χορήγησης νέων δανείων- να συγκεντρώσει τον πραγματικό πλούτο της οικονομίας (τη γη, τα σπίτια, τα μέσα παραγωγής) στα χέρια της. Πρόκειται για μια υπέρμετρη εξουσία, που έχει δοθεί μέσω σειράς νομοθετημάτων, διεθνών συμβάσεων και κανονιστικών πράξεων στα χέρια των Τραπεζιτών. Η υποτιθέμενη παρέμβαση του κράτους, με «ενέσεις ρευστότητας» μεταθέτει απλώς στο μέλλον τη μοιραία εξέλιξη για την πραγματική οικονομία. Διότι ακόμη και αυτό το φρέσκο δημόσιο χρήμα τυπώνεται από την Κεντρική Τράπεζα κατόπιν αγοράς εντόκων κρατικών  χρεογράφων. Έτσι το νέο χρήμα συνοδεύεται από ένα νέο χρέος που πρέπει να εξοφληθεί με τόκο και επομένως να καλυφθεί με κάποιο νεότερο χρέος, μέσα σε ένα φαύλο κύκλο δανεισμού και εξάρτησης από το τραπεζικό σύστημα.

Το χρήμα, όμως, έπρεπε να αποτελεί μέσο συναλλαγής και αποτύπωσης του πραγματικού πλούτου. Ενός πλούτου που παράγεται από τον ανθρώπινο μόχθο και τη χρήση των φυσικών πόρων του πλανήτη μας. Η προσφορά χρήματος θα έπρεπε να αποτυπώνει την ανθρώπινη παραγωγικότητα και όχι να την επικαθορίζει. Δυστυχώς όμως, υπό το κράτος συγκεκριμένων ιστορικών συγκυριών, το χρήμα από εργαλείο συναλλαγής και αποθησαυρισμού μετατράπηκε σε όργανο υποδούλωσης της κοινωνίας στα χέρια λίγων και συγκεκριμένων συμφερόντων.

Στα πλαίσια αυτής της προβληματικής, υποστηρίχθηκαν ρεαλιστικές λύσεις για την έξοδο από τον φαύλο κύκλο του δανεισμού. Στο περίφημο ντοκυμαντέρ «The Money Masters» (1995) αναπτύσσεται η πρόταση μιας ριζικής νομισματικής μεταρρύθμισης του νομικού Patrick S. J. Carmack, η οποία ήταν προσαρμοσμένη στην οικονομική και δημοσιονομική πραγματικότητα των ΗΠΑ. Ακολουθεί η δημοσίευση της πρότασης του στα ελληνικά με την ελπίδα ότι θα τροφοδοτήσει με ιδέες τη δική μας προσπάθεια να ξεφύγει η χώρα από τον καιάδα του τεράστιου χρέους.

Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:

Ο Αριστοτέλης Κατράνης είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ. Έχει ασχοληθεί ενεργά με το ζήτημα της ελληνικής ιθαγένειας και την προωθούμενη απαγόρευση των μετρητών χρημάτων στις συναλλαγές.

3 σχόλια

  1. ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΑΣ

  2. Ήδη,σήμερα, οι τράπεζες αποφάσισαν ότι όταν ο δανειολήπτης ή ο κάτοχος πιστωτικής καθυστερήσει τη εξόφληση 2 δόσεων,
    θα ζητείται η αποπληρωμή του συνόλου της οφειλής και θα απενεργοποιείται η κάρτα του.
    Συνεπώς η φράση '' στο σύντομο κοντινό μέλλον'' απαλείφεται ''εκ των ουκ άνευ"

Leave a Reply