Ὁ Ὑπουργός κοίταξε τὸ τηλέφωνο. Ἦταν ἐξαιρετικὰ ἀνήσυχος, καθὼς δὲν εἶχε
νέα σχετικὰ μὲ τὴν ἔκβαση τῆς λεπτῆς ἀποστολῆς στὴν ὁποία μετεῖχε ὁ ἀνεψιὸς καὶ
συνεργάτης του. Θαύμαζε τὸ κοφτερὸ μυαλὸ τοῦ προστατευόμενού του καὶ τὶς ὑποδείξεις
του γιὰ τὸ ἑνιαῖο νόμισμα στὰ πλαίσια τῆς εὐρωπαϊκῆς ‘ολὁκλήρωσης’. Εἶχε
στείλει τὴν μελέτη στὸν Ἀρχηγὸ τοῦ Κόμματος. Θυμήθηκε ταραγμένα, τὶς εὔκολες ὑποσχέσεις
ποὺ ἔδωσε, γιὰ τὴν ἐπιτυχή ἔκβαση τῆς ἐπιχείρησης ‘ΕΡΜΗΣ’.
Ἁρκετὰ μακρύτερα ὁ νεαρὸς οἰκονομολόγος στεκόταν στὴν ἀνοιχτή πόρτα τοῦ
ἀεροσκάφους. Εἶδε τὸ φῶς νὰ πρασινίζῃ, δίστασε πρὸς στιγμήν, ἔλεγξε τὸν ἐξοπλισμό
του καὶ ἔκανε τὸ βῆμα στὸ κενό. Ἔνοιωσε τὸν ἀέρα νὰ τοῦ τραβᾶ τὰ μάγουλα κι’ ἀμέσως
μετά, ἕνα μικρὸ τράνταγμα στὴν πλάτη. Κοίταξε ψηλὰ καὶ εἶδε ἀνακουφισμένος τὸ ἀλεξίπτωτο
του νὰ ἀνοίγῃ αὐτόματα. Ὅλα πήγαιναν καλά. Σὲ ἐλάχιστα λεπτά, θὰ πατοῦσε τὸ ἔδαφος.
Ἦταν περήφανος γιὰ τὴν ἀποστολή, γιὰ τὸν θεῖο του, ἀλλά καὶ τὸν Ἀρχηγό.
Ἡ φιγούρα στὸ ἔδαφος, στὸ ὑπόκωφο ἄκουσμα τῶν μηχανῶν, ἀναδεύτηκε. Τὸ νἄχῃς
στήσει καρτέρι 3 νύχτες τώρα, ἦταν ἀρκετὰ κουραστικό, γιὰ τὸν κυνηγό. Σηκώθηκε,
τίναξε τὰ ἀγκάθια ἀπὰ τὰ μαῦρα ποὺ φοροῦσε καὶ ἔκανε νόημα στοὺς ἄλλους. «Ἔρχονται»,
τούς εἶπε. Χάρηκε τὰ χαμόγελά τους καὶ τὴν πίστη τους στὴν Αποστολὴ καὶ στὸ
Γένος. Ἔστρεψε τὸ βλέμμα στὸν οὐρανό, εἶδε
τὶς πτώσεις, ἔφερε τὸ ὅπλο του στὸν ὦμο καὶ μὲ τὸ ἀετήσιο μάτι του σκόπευσε
ψηλά. Ἐγκλωβισε ἀμέσως τὸ σῶμα καὶ πάτησε ἐλαφρὰ τὴν σκανδάλη. Ἡ σφαῖρα τῶν 11
χιλιοστῶν, ἐπιταχυνθεῖσα ἀπὸ τὶς ἐλίξεις τῆς κάννης, πέταξε, συρίζοντας
θυμωμένα, στὴν ὑποηχητικὴ της πορεία, πρὸς τὸν ουρανό.
Ὁ οίκονομολόγος, μὲ σταθερὴ πλέον ταχύτητα πτώσης, κατέβαινε ὁμαλά. Ὁ νοῦς του
ταξίδεψε στὴν τελευταία συζήτηση μὲ τὸν Ὑπουργό. Παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις, τὸν ἄφησε
τελικά, νὰ συμμετάσχῃ στὴν ἐπιχείρηση. Ἄλλωστε εἶχε ξαναπάει ἐκεῖ. Θυμόταν τὰ
λόγια του: “μόλις τελειώσεις θὰ ἀναλάβεις νὰ ὑλοποιήσῃς τὸ σχέδιο γιὰ τὸ
νόμισμα. Σὲ ὅλες τὶς χῶρες ποὺ θὰ εἶναι στὸν Ἑνιαῖο Εὐρωπαϊκὸ Χῶρο, θὰ ὑπάρχῃ ἑνιαία
οἰκονομία. «Ἕνας ἀρχηγός, Ἕνα Κράτος, Ἕνα νόμισμα» εἶπε, παραφράζοντας τὴν ρήση τοῦ Ἀρχηγοῦ…..
Κοίταξε πρὸς τὸ ἔδαφος, ποὺ ἐρχόταν γοργά, πρὸς τὸ μέρος του. Ὅμως δὲν
εἶδε, οὔτε ἄκουσε τὴν μικρὴ σφαῖρα, ποὺ ἐρχόταν πετῶντας, στὸ ραντεβού της. Τὸ
βλῆμα συνέθλιψε τὸ σαγόνι, ἐξετράπη ἐλαφρά,
πρὸς τὰ πάνω, διαπέρασε σε κλάσματα τοῦ δευτερολέπτου τὸν εγκέφαλο,
καταστρέφοντας ἀμετάκλητα τιςς ἀναμνήσεις, ἄνοιξε μιὰ μικρὴ τρύπα στὸ πίσω
μέρος τοῦ κρανίου καὶ προσέκρουσε στὸ
μέταλλο τοῦ κράνους, μὲ ἕνα ἦχο καμπάνας, ποὺ ὁ Χανς δὲν μπόρεσε ν’ ἀκούςῃ. Στιγμές
ἀργότερα, τὸ σῶμα ἄγγιξε ἐξαρθρωμένο, τὸ
ἔδαφος τῆς Κρήτης. Τὸ ἀλεξίπτωτο ἔπεσε
πάνω του, ἀργά καὶ τὸ σκέπασε σὰν σάβανο.
Ὁ Κωστῆς πῆγε κοντά στο πτώμα, νὰ βεβαιωθῇ. Ἐμβρόντητος, ἀνεγνώρισε τὸν
νεαρὸ περσινὸ τουρίστα στὴν Κνωσσό. Σὲ τὶ Θεό, ἀναρωτήθηκε, νὰ πίστευε ὁ Χανς
κι’ ἦρθε νὰ πὰρῃ τούτη τὴν γῆ, τὴν ποτισμένη μὲ πολιτισμὸ καὶ αἷμα χιλιετιῶν; Περίλυπος,
προσευχήθηκε γιὰ τὸ παλληκάρι, κοίταξε τὸν ούρανό καὶ σήκωσε τὸ τουφέκι του,
ψάχνοντας τὸν ἑπόμενο στόχο….
Μακριά στὸ Βερολῖνο ὁ Ὑπουργός Προπαγάνδας Γκαῖμπελς ταράχτηκε. Ἔνοιωσε
τὸ γνωστὸ σφίξιμο μιᾶς ἐπικείμενης καταστροφῆς. Καὶ δὲν μπόρεσε νὰ μὴν σκεφθῇ ὅτι
τελικά, οἱ Ἕλληνες ἦσαν πράγματι Ἕλληνες.
---------------------------------
*Δραματοποίηση δική μου, ἀπό ἐπετειακές ἀναφορές, για την Μάχη τής
Κρήτης, 20/5-2/6/1941
Τοῦ Γιώργου Κακαρελίδη
Καθηγητοῦ Ἐφαρμογῶν στὴν Ἐπιχ. Ἔρευνα & Στατιστική τοῦ ΤΕΙ Δυτ. Ἑλλάδος
κανένα σχόλιο