Το σάπιο βασίλειο της Βουλής

Το αυτοδιοίκητο, τα κομματικά «βιλαέτια», οι διορισμοί και τα ρουσφέτια



           Υπάλληλοι της Βουλής εν ώρα εργασίας. Η απόφασή τους να απεργήσουν την περασμένη Τετάρτη ναι μεν οδήγησε στην προσωρινή απόσυρση της επίμαχης τροπολογίας αλλά προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων

του Λάμπρου Σταυρόπουλου

(αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα tovima.gr)

Τα όσα πρωτοφανή διαδραματίστηκαν την περασμένη Τετάρτη το βράδυ στους διαδρόμους της Βουλής, με τους εξεγερθέντες υπαλλήλους της να απειλούν «θεούς και δαίμονες» μετά την αιφνιδιαστική κίνηση του υπουργού Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρα να εισαγάγει στο πολυνομοσχέδιο τροποποίηση της τελευταίας στιγμής με την οποία ανέτρεπε επί της ουσίας το ειδικό καθεστώς που περιβάλλει το προσωπικό του Κοινοβουλίου, ήταν η επισφράγιση της θεσμικής απαξίωσης και ανυποληψίας στην οποία έχει περιέλθει ο «Ναός της Δημοκρατίας».


Ποιο είναι το περιβόητο «αυτοδιοίκητο» της Βουλής των Ελλήνων, το οποίο απειλήθηκε από την επίμαχη νομοτεχνική τροποποίηση του κ. Στουρνάρα, που εξαναγκάστηκε να πάρει πίσω μετά τις σφοδρές αντιδράσεις που προκλήθηκαν τόσο από την πλευρά των υπαλλήλων του Κοινοβουλίου, που για πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά χρονικά απήργησαν ενώ η Βουλή συνεδρίαζε, όσο και από την αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ, Ανεξάρτητοι Ελληνες); Και τι διακυβεύθηκε στην πραγματικότητα όσον αφορά τα λεγόμενα «ειδικά προνόμια» των υπαλλήλων από τη νομοθετική παρέμβαση του υπουργού Οικονομικών, η οποία φέρεται να έγινε κατ’ εντολή του Μεγάρου Μαξίμου παρά το προφανές ρίσκο να τινάξει στον αέρα την έκρυθμη κοινοβουλευτική διαδικασία λίγη μόλις ώρα πριν από την καθοριστική ψηφοφορία για το Μνημόνιο ΙΙΙ;

«Υπάρχει κάτι σάπιο στο βασίλειο… του "Ναού της Δημοκρατίας"» υποστηρίζουν όσοι βάλλουν κατά της «ευνοϊκής μεταχείρισης» που έχει επιφυλάξει η πολιτική εξουσία στους υπαλλήλους της Βουλής. Υπό την «ομπρέλα» του αυτοδιοίκητου, στο πλαίσιο της συνταγματικά προβλεπόμενης αυτοτέλειας του Κοινοβουλίου έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, στρατιές υπαλλήλων, στη συντριπτική τους πλειονότητα κομματικοί και πολιτικοί φίλοι της εκάστοτε εξουσίας, καθώς και συγγενικά πρόσωπα ή «προστατευόμενοι» πολιτικών (και όχι μόνον…), απολάμβαναν επί σειρά ετών το πλήθος των ευεργετικών ρυθμίσεων που παρείχαν αφειδώς οι εκάστοτε Πρόεδροι της Βουλής, καθιστώντας τους μια ειδική, κλειστή υπαλληλική «κάστα».


Το υπαλληλικό «άβατον»

Τα κομματικά και συνδικαλιστικά «βιλαέτια» ήταν αυτά που έθεταν τους εσωτερικούς κανόνες του «παιχνιδιού» και η πολιτική εξουσία συνδιαλεγόταν μαζί τους στο πλαίσιο… του «αυτοδιοίκητου». Ποιο είναι όμως αυτό; Το άρθρο 65 του Συντάγματος προβλέπει ότι: «H Bουλή ορίζει τον τρόπο της ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας της με Kανονισμό, που ψηφίζεται από την Oλομέλεια» και «ο Kανονισμός καθορίζει την οργάνωση των υπηρεσιών της Bουλής υπό την εποπτεία του Προέδρου, καθώς και όλα όσα αφορούν το προσωπικό της». Η μόνη έμπρακτη ένδειξη στην κατεύθυνση να αλλάξει το σαθρό σύστημα προσλήψεων στη Βουλή, για τις οποίες αποφασίζει ένας άνθρωπος, ο εκάστοτε Πρόεδρός της, ήταν η απόφαση που ελήφθη το 2010 (επί κ. Φ. Πετσάλνικου), υπό το βάρος της κατακραυγής για τα προνόμια των υπαλλήλων, που προβλέπει προκηρύξεις μόνον μέσω ΑΣΕΠ (με διαγωνισμό προσελήφθησαν ορισμένοι υπάλληλοι και τη δεκαετία του 1980, όμως αργότερα το μέτρο ατόνησε).


«Casus belli» το αμετάθετο

Πάντως, πέραν των προσλήψεων μετακλητών υπαλλήλων, που «δικαιούνται» να προσλαμβάνουν ο Πρόεδρος, οι αντιπρόεδροι, οι πρώην Πρόεδροι της Βουλής κ.ά., οι διαβεβαιώσεις είναι ότι προσλήψεις δεν γίνονται, παρ' ότι ο αριθμός των υπαλλήλων έχει μειωθεί λόγω συνταξιοδοτήσεων, ενώ πλέον δεν επιτρέπεται η μονιμοποίηση των μετακλητών υπαλλήλων, όπως έγινε το 2009 επί κ. Δ. Σιούφα λίγο πριν από τις εκλογές με τις αθρόες μονιμοποιήσεις μετακλητών και αποσπασμένων σε γραφεία Κοινοβουλευτικών Ομάδων κτλ. Ωστόσο, οι υπάλληλοι της Βουλής προς το παρόν δεν απειλούνται από τον κίνδυνο να τεθούν σε διαθεσιμότητα ή να μετατεθούν, όπως οι άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι, και αυτός θεωρείται ότι ήταν ο βασικός λόγος που εξεγέρθηκαν κατά της κατάργησης της αυτοτέλειας της Βουλής. Οπως έλεγε χαρακτηριστικά κάποιος υπάλληλος «ας μειώσουν κι άλλο τους μισθούς μας, αλλά να αφήσουν ήσυχο το αυτοδιοίκητο», αποδίδοντας μάλιστα την κίνηση του κ. Στουρνάρα στην επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης σε μια απόπειρα να «τους πετάξει βορά στην οργή των διαδηλωτών που κατέκλυζαν το Σύνταγμα κατά των μέτρων», όπως έλεγαν.


Προνόμια και περικοπές

Οι υπάλληλοι της Βουλής έχουν ενταχθεί στο ενιαίο μισθολόγιο του Δημοσίου, καθώς και στο νέο βαθμολόγιο με απόφαση της Ολομέλειας. Ετσι καταργήθηκαν, επισήμως τουλάχιστον, τα επιδόματα-«ειδικές αποζημιώσεις» που ελάμβαναν (γνωστά ως 15ος και 16ος μισθός) λόγω των «ειδικών συνθηκών εργασίας» (ολοήμερες συνεδριάσεις που πολλές φορές διαρκούν ως τις πρώτες πρωινές ώρες κτλ.). Ωστόσο, αντ' αυτών θεσπίστηκε «Κίνητρο Επίτευξης Στόχων Στήριξης του Κοινοβουλευτικού Εργου», το ύψος του οποίου καθορίζεται από τον Πρόεδρο της Βουλής και προβλέπεται να χορηγείται με τη λήξη των εργασιών κάθε βουλευτικής συνόδου, όπως και πριν, και έχοντας υπόψη «τις ιδιαιτερότητες των λειτουργιών της Βουλής» (όγκος κοινοβουλευτικού έργου, ρυθμός διεκπεραίωσής του, εξοικονόμηση πόρων κτλ.), κάτι πάντως που όπως δηλώνεται δεν έχει αποδοθεί, αν και κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι αμοιβές αυτές ενσωματώθηκαν στο ετήσιο εισόδημά τους έστω και μειωμένες (κατά 39% για τους χαμηλόμισθους και ως 50% για τα υψηλότερα κλιμάκια).


Ο «επτασφράγιστος» Κανονισμός

Αυτό ωστόσο που δεν γνωρίζει κανένας είναι ποιες ευνοϊκές ρυθμίσεις προβλέπονται για το μισθολογικό τους από τον «κρυφό» Κανονισμό της Βουλής, ο οποίος συνοδεύει εκείνον που διέπει την οργάνωση και λειτουργία της και δεν δίδεται στη δημοσιότητα. Βάσει αυτού ο βασικός μισθός των μονίμων υπαλλήλων της Βουλής, οι γενικές αυξήσεις μισθών, οι προσαυξήσεις και τα επιδόματα, «ρυθμίζονται από τον Κανονισμό της Βουλής», τον οποίο κρατούν οι εκάστοτε αρμόδιοι παράγοντες του Κοινοβουλίου ως επτασφράγιστο μυστικό. Ούτε η Ολομέλεια του Σώματος δεν γνωρίζει τι ακριβώς περιλαμβάνεται σε αυτόν, καθώς την επεξεργασία του αναλαμβάνει ο εκάστοτε Πρόεδρος και η Επιτροπή Κανονισμού της Βουλής, ενώ οι βουλευτές απλώς τον ψηφίζουν. Σε αυτόν έχει ενταχθεί άλλωστε και το λεγόμενο εκλογικό επίδομα (2.000 ευρώ) που καθιερώθηκε επί προεδρίας της κυρίας Αννας Μπενάκη - Ψαρούδα και επιχείρησε να δώσει στις τελευταίες εκλογές, εν μέσω κρίσης, ο πρώην Πρόεδρος κ. Β. Πολύδωρας προκαλώντας τη γενική κατακραυγή.


Μειώσεις
Οι «κρυφές» αμοιβές
Εκτός του 15ου και 16ου μισθού, οι υπάλληλοι έχουν υποστεί μειώσεις και στα κοινά για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους επιδόματα, δώρα κ.λπ., διατηρώντας ωστόσο το προνόμιο, έναντι των άλλων υπαλλήλων του Δημοσίου, να λαμβάνουν διπλό εφάπαξ: ένα από το Δημόσιο και ένα από το δικό τους Ταμείο (το Ταμείο Αλληλεγγύης των Υπαλλήλων της Βουλής). Μάλιστα οι εισφορές (3,5% + 3,5%) που καταβάλλουν προέρχονται από πόρους επί των προμηθειών αναλωσίμων της Βουλής, ενώ λαμβάνουν πόρους και από μισθώματα επί των κυλικείων της Βουλής και του εστιατορίου.

Υπολογίζεται ότι για έναν μέσο υπάλληλο της Βουλής το «διπλό» εφάπαξ κυμαίνεται περί τις 110.000 ευρώ. Οσον αφορά τις υπερωρίες τους, αυτές υπολογίζονται σε 60 για όλους, συμπεριλαμβανομένων των νυχτερινών και των Σαββατοκύριακων, αν και δεν εργάζονται όλοι το ίδιο. Υπάρχουν μάλιστα αμοιβές κατηγορίας υπαλλήλων «που απαλλάσσονται από τον φόρο ή δεν θεωρούνται εισόδημα ή φορολογούνται αυτοτελώς», ενώ υπάρχει άγνωστος αριθμός από τους 1.311 υπαλλήλους που διαθέτει σήμερα η Βουλή οι οποίοι είτε είναι αποσπασμένοι σε πολιτικά γραφεία κ.λπ. είτε είναι γενικώς άφαντοι και ουδείς τούς έχει δει στην εργασία τους. Σε αντίθεση με τους σκληρά εργαζομένους στο Κοινοβούλιο - ειδικά στη Στενογραφική Υπηρεσία, στις επιτροπές αλλά και αλλού, οι οποίοι εργάζονται πολλές φορές ως και τις πρωινές ώρες.


Πηγή "Δικαιόπολις": http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=483382



Σχόλιο "Δικαιόπολις": Το πλέον εντυπωσιακό από όσα περιγράφονται στο ρεπορτάζ που παραθέτουμε είναι η ύπαρξη "κρυφού" Κανονισμού της Βουλής, σχετικά με τα μισθολογικά και άλλα δικαιώματα των υπαλλήλων της Βουλής. Χωρίς να λαμβάνουμε θέση ως προς την ακρίβεια του ρεπορτάζ, παρατηρούνται τα εξής.


Στο άρθρο 65 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι ο Κανονισμός της Βουλής "ψηφίζεται από την Ολομέλεια κατά το άρθρο 76 και δημοσιεύεται με παραγγελία του Προέδρου της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως". Στο ίδιο άρθρο, παράγραφος 6 ορίζεται ότι «ο Kανονισμός καθορίζει την οργάνωση των υπηρεσιών της Bουλής υπό την εποπτεία του Προέδρου, καθώς και όλα όσα αφορούν το προσωπικό της». Από τη σαφή συνταγματική διάταξη συνάγεται ότι δεν υπάρχουν δύο Κανονισμοί της Βουλής, αλλά ένας, ο οποίος περιλαμβάνει και τα ζητήματα προσωπικού και οργάνωσης των υπηρεσιών της Βουλής, ψηφίζεται από την Ολομέλεια και δημοσιεύεται στο σύνολό του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Επειδή μάλιστα κατά το άρθρο 77 παρ. 2 του Συντάγματος, "Νόμος που δεν είναι πράγματι ερμηνευτικός ισχύει μόνο από τη δημοσίευσή του" αλλά και περαιτέρω κατά το άρθρο 65 παρ. 6 του Συντάγματος: "Οι πράξεις του Προέδρου που αφορούν την πρόσληψη και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Βουλής υπόκεινται σε προσφυγή ή αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας", συνάγεται ότι η δημοσίευση του Κανονισμού είναι εκ του Συντάγματος προϋπόθεση του κύρους του και επιπλέον κάθε πράξη του Προέδρου της Βουλής η οποία ερείδεται απ' αυτού υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο επομένως μπορεί να ελέγξει και τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων, προφανώς και το κατά πόσον ο νόμος επί του οποίου στηρίζεται και εκδίδεται η προσβαλλόμενη πράξη είναι υπαρκτός και εν προκειμένω αν έχει τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το Σύνταγμα. Ακόμη και στην περίπτωση που ο Κανονισμός παραπέμπει για τη ρύθμιση μισθολογικών ζητημάτων σε άλλο νομοθέτημα, η υποχρέωση δημοσίευσης διατηρείται εν όψει του άρθρου 77 παρ. 2.


Η περιγραφή του ρεπορτάζ είναι εξωφρενική. Οι βουλευτές εμφανίζονται να ψηφίζουν έναν Κανονισμό του οποίου το περιεχόμενο αγνοούν (χωρίς όμως να διευκρινίζεται αν αυτή η άγνοια οφείλεται σε απόκρυψη του από το Προεδρείο και την Επιτροπή Κανονισμού ή σε βαρεία αμέλειά τους) τόσο κατά τον χρόνο ψήφισης όσο και μετά από αυτόν. Εάν η περιγραφή είναι ακριβής και δεν υφίσταται παρανόηση εκ μέρους του δημοσιογράφου, πρόκειται για κατάσταση ευθέως αντικείμενη στις προαναφερθείσες συνταγματικές διατάξεις. Περιττό να αναφέρουμε τις ευθύνες των Προέδρων της Βουλής διαχρονικά, και όχι λιγότερο του σημερινού. Υφίσταται σε τέτοια περίπτωση όμως και ευθύνη των βουλευτών, οι οποίοι σύμφωνα με το άρθρο 65 παρ. 3 εδ. γ', έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν πρόταση μομφής κατά του Προέδρου, εφόσον η πρόταση υπογράφεται από τουλάχιστον 50 εξ αυτών. Τόσο η κοινοβουλευτική πλειοψηφία όσο και η μειοψηφία (με συνεργασία βουλευτών περισσσοτέρων κοινοβουλευτικών ομάδων) έχουν επομένως τη δυνατότητα και την δημοκρατική υποχρέωση να διεκδικήσουν τη συμμόρφωση του Προεδρείου προς το Σύνταγμα (αν και εφόσον η δημοσιογραφική περιγραφή είναι ακριβής και ανήκει στο Προεδρείο η ευθύνη), ειδάλλως την αποπομπή και αντικατάστασή  του.


Σε κάθε περίπτωση, το καθεστώς αδιαφάνειας και ύπαρξης "ιδιωτικών-παρακρατικών" κρυφών κανόνων δικαίου αποτελεί απόλυτο όνειδος για τη Δημοκρατία και ιταμή πρόκληση-προσβολή προς την κοινωνία, το πολίτευμα και το Σύνταγμα.

Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:

Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.

κανένα σχόλιο

Leave a Reply